Αυτοπραγμάτωση ή Αυτογκόλ;
Έγινε ενημέρωση: 29 Απρ 2023
Τα τελευταία χρόνια αρχίζουμε κι εξοικειωνόμαστε ολοένα και περισσότερο με την έννοια της ψυχοθεραπείας. Καθώς οι αντιλήψεις διαφοροποιούνται με την πάροδο του χρόνου, οι άνθρωποι προσφεύγουν με μεγαλύτερη ευκολία στην θέση του θεραπευόμενου. Άραγε, τι είναι αυτό που συνήθως μας κάνει να καταφεύγουμε στην ψυχοθεραπεία; Ποιο είναι το αρχικό αίτημά που μας οδηγεί στην καρέκλα του ψυχοθεραπευτή, παρά τις όποιες πρότερες αντιστάσεις μας;
Θα μπορούσαμε να αναφερθούμε πράγματι σε ποικίλες αιτίες για μια τέτοια απόφαση. Συχνά οι περιστάσεις κι οι συνθήκες του βίου γίνονται τόσο αδιέξοδες κι αποπνικτικές, που οι συμβουλές του οικείου περιβάλλοντος δεν επαρκούν. Άλλοτε πάλι, επαναληπτικές ματαιώσεις και αποτυχίες στην προσπάθειά μας να σχετισθούμε με τους σημαντικούς άλλους της ζωής μας καθιστούν αναπόφευκτη την αναζήτηση πιο εξειδικευμένης βοήθειας. Κι είναι και μερικές φορές που νιώθουμε ότι κάτι μας φταίει, αλλά δεν μπορούμε να το προσδιορίσουμε επακριβώς και ζητούμε κάποιος να μας δείξει τον δρόμο της αυτογνωσίας (1).
Όποιο και να είναι το κίνητρο, συνήθως οι άνθρωποι προσέρχονται με πολύ ενθουσιασμό και ζέση και με μια σφοδρή επιθυμία να λυτρωθούν άμεσα (!). Συχνά ζητούν επισταμένως συχνότερες συνεδρίες ή επιζητούν από τον ψυχοθεραπευτή πολύ συγκεκριμένες οδηγίες για την επίλυση των θεμάτων τους, δίχως να έχουν δώσει το χρόνο στον εαυτό τους να συνειδητοποιήσει τους μηχανισμούς που τους παρεμποδίζουν και υπονομεύουν την ουσιαστική τους πρόοδο και λύτρωση. Είναι σαν να αποδίδουν στον θεραπευτή έναν μαγικό ρόλο και να καλλιεργούν υπέρμετρες προσδοκίες για την ψυχοθεραπευτική διαδικασία.
Εν τούτοις, η ψυχοθεραπεία δεν αποτελεί ένα μαγικό ραβδάκι που θα επιλύσει χρόνια θέματα και θ’ αναδιευθετήσει αρχέγονες πεποιθήσεις και τρόπους του όντος. Αντιθέτως αποτελεί μία διαδικασία που απαιτεί υπομονή, σύνεση και εμπιστοσύνη προκειμένου να δομηθεί μία σχέση μεταξύ θεραπευτή και θεραπευόμενου και να επιτραπεί σιγά σιγά στον πρώτο να βοηθήσει τον δεύτερο να φέρει σταδιακά στην επιφάνεια του συνειδητού του τις απωθήσεις, τα επίπονα γεγονότα και τους δύσκολους μηχανισμούς που βάζουν «τρικλοποδιά» στον βίο του. Και τούτη η διαδικασία εμπεριέχει μια διαδρομή με σταδιακές αποκαλύψεις για τον εαυτό μας, για το παρελθόν μας και για τον χαρακτήρα μας, με συνεχείς διευρύνσεις της αντιληπτικότητάς μας και των «φυλακών» μας, συνειδητοποιήσεις δηλαδή που δεν μας γλιτώνουν από το βίωμα του πόνου, της θλίψης ή ενίοτε της δυσφορίας, αλλά που οδηγούν σε μία επίγνωση του εαυτού που καθίσταται πλέον αυτοδύναμος για να διευθετήσει, να ορίσει και να διευθύνει τη ζωή του, ήτοι να οδηγηθεί σε μία αυτοπραγμάτωση.
Για τούτο και οι περισσότερες ψυχοθεραπευτικές προσεγγίσεις δεν ενθαρρύνουν διόλου τις γρήγορες αποφάσεις, τους απότομους αναπροσανατολισμούς, τις αποφασιστικές αλλαγές - το λεγόμενο «acting out» δηλαδή – ιδίως στην αρχή της ψυχοθεραπευτικής διαδικασίας. Για να επιτευχθεί το αρχικό αίτημα του όντος, για να υπάρξει ένας βαθμός επίγνωσης και να ξεκινήσει η μετουσίωσή μας στην πορεία τούτης της αυτοπραγμάτωσης, απαιτείται να μπορέσουμε να διακρίνουμε τους συσχετισμούς εντός των υπαρχουσών συνθηκών, να κατανοήσουμε τη δομή τους και την δυναμική τους καθώς και την θέση μας μέσα στα τεκταινόμενα. Κατόπιν, μεθοδικά και με σύνεση θα εισέλθουμε σταδιακά σε παρεμβάσεις και αλλαγές, αφού έχουμε πλήρως αντιληφθεί τίνι τρόπω έχουμε οδηγηθεί στις τρέχουσες συνθήκες και καταστάσσεις.
Εν αντιθέσει όμως με τα ανωτέρω, παρατηρούνται συχνά περιπτώσεις ψυχισμών που, υπό τη σφοδρή πίεση της παρόρμησής τους για ταχείες αλλαγές, για θεραπεία και για λύτρωση, προχωρούν τάχιστα κι ενίοτε σαρωτικά σε αλλαγές του βίου τους, παρά τις όποιες παραινέσεις του θεραπευτή τους για αυτοσυγκράτηση κι υπομονή και μάλιστα πολλές φορές προτού καν το συζητήσουν στην θεραπεία τους. Επειδή δε οι αλλαγές τούτες είναι τόσο βιαστικές, δεν έχει προλάβει να επέλθει η στοιχειώδης δόμηση του ψυχισμού, η ενδυνάμωση του όντος ή η κατάλληλη προεργασία του εξοπλισμού του ώστε να υποστηριχθούν επιτυχώς οι παρεμβάσεις και τροποποιήσεις που επιχειρούνται. Πρόκειται δηλαδή για μια υπέρμετρη αισιοδοξία, δίχως όμως ουσιαστικό έρεισμα, που πυροδοτείται από τον αρχικό ενθουσιασμό του ανθρώπου που προσέρχεται στην ψυχοθεραπευτική διαδικασία. Προκύπτουν τότε σοβαρές δυσχέρειες και καταστάσεις που φέρνουν το ον αντιμέτωπο πρόωρα με τον αφόρητο πόνο του και την βαθύτατη θλίψη του. Τις περισσότερες φορές, υπό το βάρος αυτών των δυσχερειών ο άνθρωπος λυγίζει, αποθαρρύνεται κι αποκαρδιώνεται. Κι όπως είναι αναμενόμενο, αποσύρεται από την θεραπευτική διαδικασία με διάφορα προσχήματα και δικαιολογίες, που όμως υποκρύπτουν την ματαίωσή του και την παραίτησή του από την ελπίδα του να λυτρωθεί. Άλλοτε εμφανίζει επιθετικότητα προς τον θεραπευτή, άλλοτε αδιαφορία κι άλλοτε προβαίνει σε εκλογικεύσεις λέγοντας ότι «θέλει να κάνει ένα διάλειμμα για ν’ ανασυνταχθεί». Σε κάθε περίπτωση όμως, παρακάμπτει την ευκαιρία του να οδηγηθεί στην πολυπόθητη αυτοπραγμάτωση και λύτρωση και επί της ουσίας ο ψυχισμός επιτυγχάνει ένα μεγαλειώδες… αυτογκόλ!
Για τούτο, ας έχουμε υπ' όψη μας ότι κάθε τι χρειάζεται το χρόνο του για να ωριμάσει κι ότι το «ωραίο» προκύπτει από την «ώρα». Ας επιτρέψουμε λοιπόν στα πράγματα να γίνουν στην ώρα τους, δίχως να τα βιάζουμε. Για να έχουν οι αλλαγές που επιδιώκουμε διάρκεια και να μην καθίστανται θνησιγενείς.
Ευαγγελία Πολίτη
Σύμβουλος Ψυχικής Υγείας
Comments