top of page

Το μεγαλείο των τετριμμένων και καθημερινών ή παραδείγματος εγκώμιον | τι οφείλουμε ως γονείς;

Έγινε ενημέρωση: 14 Φεβ

Όταν ο καιρός ανοίγει κι ο χειμώνας δίνει τη θέση του στις λιακάδες του θέρους πληθαίνουν κι οι συναναστροφές των ανθρώπων στους παραλιακούς τόπους συνάθροισης. Καθώς αυξάνεται το «δείγμα» των διαφόρων ανθρωποτύπων, το καλοκαίρι παρέχει μια πρώτης τάξεως ευκαιρία για παρατηρήσεις ψυχο-κοινωνικού χαρακτήρα, τόσο προσφιλείς στους επαγγελματίες της ψυχικής υγείας, μιας και τροφοδοτούν με υλικό την επαγγελματική μας «διαστροφή».


Έτσι και φέτος, μια ηλιόλουστη μέρα με ασυνήθιστα πολύ κόσμο σε παραθαλάσσιο καφέ το οπτικό μου ραντάρ σαρώνει ασυναίσθητα το πολύβουο πλήθος ενόσω απολαμβάνω τον καφέ και τη θέα. Λόγω της πολυκοσμίας, βρίσκομαι στον προαύλιο χώρο του καταστήματος κι όχι στα τραπεζάκια της άμμου. Το βλέμμα μου «κλειδώνει» σε μια οικογένεια μ’ ένα νήπιο που κάθονται σ’ ένα διπλανό τραπεζάκι. Καθώς κάθε τι που αφορά σε παιδιά μου κεντρίζει πάντοτε το ενδιαφέρον, εστιάζω εκεί την παρατηρησή μου. Την προσοχή μου τραβάει μια μεγάλη στοίβα με χαλίκια και βοτσαλάκια της θάλασσας απλωμένα μπροστά στο τραπεζάκι ενόσω το μικρό παιδάκι, που είναι δεν είναι 1,5 έτους, παίζει με κουβαδάκια και φτυαράκια φτιάχνοντας και γκρεμίζοντας βουναλάκια. Αν και το σημείο του καταστήματος δεν προσφέρεται γι’ αυτήν τη δραστηριότητα, καθώς βρίσκεται στην τσιμεντοστρωμένη αυλή, δεν εκπλήσσομαι από το θέαμα. Θεωρώ φυσιολογικό να επιτρέπουν οι γονείς την απασχόληση του παιδιού τους έστω κι έτσι, αφού δεν υπήρχαν θέσεις να καθήσουν στην αμμουδιά. Ως εδώ, όλα καλά.

Κάποια στιγμή όμως, η οικογένεια σηκώνεται κι ετοιμάζεται να φύγει. Παρατηρώ πιο επισταμένα να δω τι θα κάνουν με τη μεγάλη ποσότητα από πετρούλες που βρίσκεται απλωμένη μπροστά στο τραπέζι τους. Προς μεγάλη μου έκπληξη, απλώς μαζεύουν τα παιχνιδάκια του παιδιού τους και αποχωρούν! Οι πετρούλες μένουν εκεί, παρατημένες, να τις βρουν οι επόμενοι θαμώνες και να μην έχει πού να πατήσουν… Ερχόμενη η υπάλληλος να συμμαζέψει το τραπέζι, κοντοστέκεται ξαφνιασμένη κι απορημένη μπροστά στο πέτρινο βουναλάκι. Κουνώντας αποδοκιμαστικά το κεφάλι της και μουρμουρίζοντας κάτι μέσα απ’ τα χείλη της, φέρνει σκούπα και φαράσι να συμμαζέψει την ακαταστασία που άφησαν πίσω τους οι πελάτες.


Πρόκειται για ένα κλασικό παράδειγμα, από εκείνα που ολοένα και πληθαίνουν τα τελευταία χρόνια, αντικοινωνικής ουσιαστικά συμπεριφοράς, την οποία όμως δείχνουμε να συνηθίζουμε και να μην αντιλαμβανόμαστε διόλου τις συνέπειές της. Σήμερα παρατάμε τα – σχετικώς ακίνδυνα – σκουπίδια μας στο καφέ, αύριο ίσως τα σκουπίδια μας στην πρόσοψη του σπιτιού του γείτονα και μεθαύριο θα κάνουμε κάτι άλλο χαοτικό, αδιαφορώντας για τις συνέπειες στον διπλανό και στον συνάνθρωπό μας, ενώ ίσως ίσως να γκρινιάζουμε για το πώς κατάντησε τόσο εγωκεντρική η κοινωνία μας και πώς καθείς κοιτάζει την πάρτη του και τη βολή του, αλλά μόνον όταν τούτες οι συμπεριφορές θίγουν εμάς τους ίδιους.


Ας διευκρινήσω ότι εδώ το θέμα είναι λιγότερο η ίδια η συμπεριφορά των γονέων, όσο η παρακαταθήκη που αυτή αφήνει για τον μελλοντικό ενήλικα στον οποίο θα εξελιχθεί το νήπιο τέκνο τους. Και τούτο γιατί τα παιδιά πάντοτε μαθαίνουν διά του παραδείγματος και αποτελούν μικρά «πιθηκάκια» που μιμούνται κι αναπαραγάγουν ό,τι ακριβώς είδαν τα άδολα παιδικά ματάκια τους. Ουδεμία σημασία έχει πως το εν λόγω παιδάκι είναι τόσο μικρό που δεν θα θυμάται αυτήν τη σκηνή στο μέλλον. Όπως έχουμε αναφέρει και παλαιότερα σε τούτη τη στήλη(1), ο ανθρώπινος εγκέφαλος καταγράφει σχεδόν ανεξίτηλα τα πάντα και δημιουργεί έως τα τρία έτη νευρωνικές διαδρομές και συνδέσεις που εξελίσσονται σ’ αυτό που στην ψυχολογία ονομάζουμε «ασυνείδητο».


«Gabrielle et Jean», πίνακας του Pierre-Auguste Renoir (1895)  Musée de l'Orangerie – Παρίσι.
«Gabrielle et Jean», πίνακας του Pierre-Auguste Renoir (1895) Musée de l'Orangerie – Παρίσι.

Έτσι, όταν το παιδάκι θα εξελιχθεί στον κατοπινό έφηβο ή ενήλικο, οι γονείς ίσως να τον επιπλήττουν, να τον κατακρίνουν, να τον κατηγορούν, να του γκρινιάζουν ή να μαλώνουν μαζί του για το ότι δεν θα ενδιαφέρεται να συμμετέχει στις οικογενειακές ανάγκες της καθημερινότητας και θ’ αφήνει την ακαταστασία που ο ίδιος θα δημιουργεί να την συμμαζεύουν οι γονείς του ή που δεν θ’ αναλαμβάνει τις ευθύνες του. Θα έχουν κι οι ίδιοι ξεχάσει το παράδειγμα που έδωσαν χρόνια πριν, αφήνοντας την δική τους ακαταστασία να την συμμαζέψει κάποιος άλλος και θα «λουστούν» εν τέλει τα αποτελέσματα αυτού του παραδείγματος.


Ευλόγως προκύπτει το ερώτημα ως προς το ποια θα έπρεπε να είναι η στάση των γονέων. Μήπως να μην έχουν αφήσει καν το παιδάκι τους να φερει τα βοτσαλάκια και να μείνει άπρακτο, δίχως καμμία απασχόληση; Τούτο όμως θα οδηγούσε αναπόφευκτα και απολύτως δικαιολογημένα σε δυσφορία και γκρίνια εκ μέρους του νηπίου το οποίο, το μόνο μήνυμα που θα έπαιρνε είναι πως οι φροντιστές του αδιαφορούν για το ίδιο και περιμένουν απ’ αυτό να κάθεται σαν μια ήσυχη κούκλα. Ίσως και να γινόταν μια ήσυχη κούκλα στο μέλλον ή – στο αντίθετο άκρο – ένα εξαιρετικά ατίθασο παιδάκι. Κάπως έτσι δομείται ο λεγόμενος ψευδής εαυτός(2) που είναι και η αιτία όλων των κατοπινών αποτυχιών τουυ βίου και των μελλοντικών ψυχολογικών μας θεμάτων.

Ως γονείς οφείλουμε ν’ αφουγκραζόμαστε τις εύλογες ανάγκες των παιδιών μας ανάλογα με την ηλικία τους και να τις καλύπτουμε κι όχι να καθορίζουμε την καθημερινότητά τους έτσι ώστε να μην ξεβολευόμαστε εμείς. Επομένως, ορθώς οι γονείς διευκόλυναν το παιχνίδι του παιδιού τους, το οποίο άλλωστε αποτελεί εξαιρετικά χρήσιμο εργαλείο για την ομαλή του ανάπτυξη. Φέρνοντας όμως τα βοτσαλάκια στο χώρο του καταστήματος, διευκόλυναν και τους εαυτούς τους γλιτώνοντας το να πηγαινοέρχονται στην παραλία για να επιτηρούν το παιδάκι τους και αποφεύγοντας την γκρίνια του ενόσω απολάμβαναν τον καφέ τους και την κουβεντούλα τους. Αφού όμως έκαναν αυτήν την επιλογή, εκείνο που θα ώφειλαν να έχουν πράξει θα ήταν, με παιγνιώδη τρόπο, να πάρουν οι ίδιοι, μαζί με το παιδάκι τους τα βοτσαλάκια και να τα ξαναμεταφέρουν στον χώρο της παραλίας. Με αυτήν την απλή, αλλά σίγουρα όχι τόσο βολική για τους ίδιους, πράξη θα είχαν επιτύχει να χαράξουν ανεξίτηλα πολύτιμα μαθήματα στον υπό διαμόρφωση εγκέφαλο του παιδιού τους. Θα του κατεδείκνυαν μεν την αξία του μικρού εγώ του και θα του έδιναν το μήνυμα ότι αξίζει το ίδιο, αλλά παράλληλα θα εισέπραττε και το αίσθημα ότι είναι μέρος ενός συνόλου, το οποίο πρέπει να σέβεται και να συνεισφέρει σ’ αυτό. Κοινώς, θα επέρχετο τόσο η ατομική ενδυνάμωση που απαιτείται για την συγκρότηση του ανθρώπου όσο και το αίσθημα της υπευθυνότητας στο κοινωνικό σύνολο, που απαιτείται για το εύρυθμον της συνύπαρξης με τους συνανθρώπους μας. Τούτο λοιπόν χτίζεται με το έμπρακτο, βιωμένο παράδειγμά μας, με συνέπεια και σταθερότητα, μέρα με την ημέρα, φορά με τη φορά. Κι έτσι δομούνται συλλογικά οι κοινωνίες μας προς όφελος της ποιότητας της ζωής όλων μας.

Τούτο είναι και το μεγαλείο των φαινομενικά μικρών, τετριμμένων πρακτικών της καθημερινότητάς μας που σταδιακά μας διαμορφώνουν στα όντα που αξίζουν τον τίτλο «Άνθρωπος».

Το όλο θέμα δεν έχει μόνον μόνον ψυχολογικές προεκτάσεις, αλλά και κοινωνικές και πολιτικές. Αξίζει να το αναλογισθούμε.


Ευαγγελία Πολίτη

Σύμβουλος Ψυχικής Υγείας

19 Οκτωβρίου 2024



(2) Donald W. Winnicot, 1966, «The Concept of the False Self».

Comments


Συμπλήρωσε το mail σου για να ενημερώνεσαι όταν ανεβαίνει ενδιαφέρον άρθρο στο site μας

Φόρμα Εγγραφής

Ε-mail

+30 6981866272

Μαραθώνας

©2019 by We Love Marathon. Proudly created with Wix.com

bottom of page