Σχέση ή Σχάση;
Οι σχέσεις είναι πάντοτε στο προσκήνιο του βίου. Αποτελούν το πεδίο που οι άνθρωποι βρίσκουμε τη χαρά, τη θλίψη, τριβόμαστε και παιδευόμαστε, επιτυγχάνουμε, ανθίζουμε, απογοητευόμαστε και πονάμε…
Θέλουμε να σχετισθούμε.
Μα πρέπει να θέλει κι ο άλλος!
Σχέση με τη βία δεν νοείται. Ούτε νοείται η επιβολή ή η «διόρθωση»-μεταβολή του ετέρου, ούτε βεβαίως ο καταναγκασμός σε σχέση.
Η σχέση ανθίζει αποκλειστικά σε περιβάλλον ελευθερίας. Όχι μόνον εξωτερικής, αλλά κυρίως εσωτερικής. Δεν χωρεί κανένας έλεγχος, ουδεμία επιβολή.
Σε αντίθετη περίπτωση πρόκειται για ταυτίσεις και προσκολλήσεις όπου, επί της ουσίας, λείπει η αγάπη, η αποδοχή, ο σεβασμός. Λείπει δηλαδή η ουσία της Σχέσης, αφού το αντικείμενο συμπιέζεται και «καταβροχθίζεται» στο εγώ του υποκειμένου.
Έχουμε αναφέρει ξανά στο παρελθόν* το τρίπτυχο: «υποκείμενο – ρήμα – αντικείμενο». Οιαδήποτε ταύτιση υποκειμένου και αντικειμένου, όπου το ρήμα-σχέση καταργείται, οδηγεί σε προσκόλληση, συγχώνευση κι άρα μη-σχέση.
Άραγε, αυτό θέλουμε; Μια ψευδο-σχέση για να ικανοποιείται το μικρό εγώ μας; Για να προβάλλεται στους άλλους;
Κι αν όχι, μήπως ν’αποδεχθούμε την «σχάση», ήτοι τη διαρραγή, την απομάκρυνση, το τέλος της σχέσης; Μήπως αυτό είναι πιο ειλικρινές; Και μήπως εντέλει αφήνει τον χώρο, την ανάσα ελευθερίας στο έτερο ον να σκεφθεί το ίδιο και ν’ αποφασίσει από μόνο του αν επιθυμεί τη σχέση; Κι έτσι να αρθεί στην ενηλικότητα, να δει και ν’ αποφασίσει το ίδιο τι θέλει να πράξει για τη σχέση, αν θέλει να κάνει κάτι επ’ αυτού;
Η αποδοχή
Η επίκριση γι’ αυτό που είναι επί του παρόντος ο εκάστοτε άλλος, η μη αποδοχή της ουσίας του ως έχει, η σφοδρή μας επιθυμία να τον αλλάξουμε, να τον «διορθώσουμε» για να «σχετισθούμε», ίσως να ενέχει περισσότερη βία απ’ όση μπορούμε να φαντασθούμε, μεγαλύτερο χειρισμό. Πιθανότατα είναι «καθρέπτης» της συμπεριφοράς που απεχθανόμαστε στους άλλους, δηλαδή μια άκρως ελεγκτική συμπεριφορά, που – αν και με καλές προθέσεις – καμουφλάρεται πίσω από την ανθρωπινότερη των επιθυμιών μας: να ΣΧΕΤΙΣΘΟΥΜΕ!
Απαιτείται η απόλυτη ελευθερία του άλλου να συμμετάσχει στο δίπολο της σχέσης, όχι ο εξαναγκασμός του. Απαιτείται μια μεγαλύτερη ταπεινότητα εκ μέρους μας, λιγότερη «βία» στην επιβολή της διακαούς επιθυμίας μας για σχέση, αναγνώριση της πραγματικότητας. Αλλιώς, κάθε προσπάθεια γυρνά μπούμερανγκ και – σε μια τραγική ειρωνεία – η σχέση αενάως μας διαφεύγει…
Ίσως λοιπόν η διάκριση της θέσης και της ικανότητας του άλλου να σχετισθεί, να είναι η αρχή της επίλυσης του φαύλου κύκλου. Οφείλουμε να γνωρίζουμε ποιος είναι ο άλλος**, να τον αποδεχθούμε ως έχει. Δεν γίνεται να διατεινόμαστε ότι αγαπάμε κάποιον μόνον υπό τους δικούς μας όρους. Η οριοθέτηση αφορά πάντοτε μόνον στον εαυτό μας, στο τι δεχόμαστε και τι όχι, ποτέ στον άλλον.
Μήπως εντέλει η αποδοχή της «σχάσης» είναι μια σχέση στην υψηλότερη μορφή της, επιτρέποντας στα δύο όντα να εκφράσουν το μέγιστο δυναμικό τους;
Σύμβουλος Ψυχικής Υγείας
* Παλαιότερο άρθρο «Γνώθι σαυτόν».
** «Η τέχνη της Αγάπης», Έριχ Φρομ.
Commentaires