Η μεγάλη νίκη των Αθηναίων επί των «χρυσοφόρων Μηδών» στον Μαραθώνα, έγινε μια περίοδο που δεν υπήρχαν ιστορικοί για να καταγράψουν με ακρίβεια τα γεγονότα. Έτσι, μόλις ανέλαβε το εγχείρημα ο Ηρόδοτος, πολλά γεγονότα είχαν ήδη λησμονηθεί και άλλα είχαν τροποποιηθεί, αλλά ο πατέρας της Ιστορίας κατάγραψε ότι μπόρεσε να μάθει!
Όταν ο Αθηναίος ημεροδρόμος επέστρεψε από τη Σπάρτη, όπου είχε μεταβεί προς αναζήτηση βοήθειας, διηγήθηκε στους Αθηναίους ότι, κατά τη διάβαση της Αρκαδίας, συνάντησε τον θεό Πάνα. Ο θεός του παραπονέθηκε, πως οι Αθηναίοι είχαν παραμελήσει τη λατρεία του και «τον διέταξε να ρωτήσει τους Αθηναίους, εκ μέρους του, γιατί δεν του δίνουν σημασία καθόλου». Ο Πάνας τον διαβεβαίωσε για την εύνοιά του προς την πόλη, «αφού αυτός θέλει το καλό των Αθηναίων». Πράγματι, σύμφωνα με διηγήσεις των Μαραθωνομάχων, ο θεός με τις άγριες κραυγές του έσπειρε τον πανικό στους Πέρσες - για αυτό άλλωστε και η λέξη πανικός ετυμολογείται από τον Πάνα. Σε ένδειξη ευγνωμοσύνης προς το πρόσωπό του, οι Αθηναίοι ίδρυσαν ένα ιερό σε μια σπηλιά βορειοδυτικά της Ακρόπολης, γνωστό σήμερα ως Σπήλαιο του Πάνα. Φαίνεται πως, πίσω από τον θρύλο αυτό κρύβεται η καθυστερημένη εισαγωγή στην Αθήνα, της λατρείας ενός θεού αποκλειστικά αρκαδικού και εκφραστή της ποιμενικής ζωής.
Από το προσκλητήριο αυτό, δεν θα μπορούσε φυσικά να λείψει η Αθηνά, η θεά της σοφίας, της στρατηγικής και του πολέμου. Παρουσιάστηκε στο πεδίο της μάχης, πάνοπλη και οδηγώντας τέθριππο άρμα, γεμάτη εκδικητική μανία, γι’ αυτούς που τόλμησαν να απειλήσουν την προστατευόμενη της πόλη!
Πολλοί άλλοι Μαραθωνομάχοι αναγνώρισαν στο πλευρό τους την Άρτεμη, την πανέμορφη θεά του κυνηγιού με κοντό χιτώνα, κρατώντας στο χέρι της το τρομερό τόξο και έχοντας κρεμασμένη στην πλάτη της τη φαρέτρα με τα φαρμακερά βέλη.
Ο Θησέας, ο έλληνας βασιλιάς των Αθηνών, κατά την ελληνική μυθολογία, ο πιο δημοφιλής ήρωας στην αρχαία Ελλάδα - μετά τον Ηρακλή, εμφανίσθηκε ξαφνικά μέσα από τη γη, έτοιμος να βοηθήσει τους απογόνους του. «Ενόμισαν πολλοί ότι είδαν φάντασμα του Θησέως, ο οποίος βάδιζε μπροστά απ’ αυτούς κατά των βαρβάρων».
Παράλληλα, ο Ηρακλής ο μέγιστος των Ελλήνων ηρώων, ο γιός του Δία, έσπευσε οπλισμένος με το τρομερό του ρόπαλο να συμπαραταχθεί με τους Έλληνες οπλίτες.
Όλα τα παραπάνω, είναι απόρροια παραληρήματος πολλών πολεμιστών, εξαιτίας της έντονης κόπωσης και του άγχους της μάχης. Επίσης, είναι σίγουρο πως σημειώθηκαν πολλά περιστατικά θερμοπληξίας, η οποία δημιουργεί ψευδαισθήσεις, αφού οι οπλίτες μάχονταν για πολλή ώρα, βαριά οπλισμένοι και κάτω από υψηλές θερμοκρασίες! Πέρα όμως από αυτά, δεν θα πρέπει να υποτιμήσουμε την ευσέβεια των Ελλήνων. Αυτή τους αυθυπόβαλε ότι ανάμεσα στις γραμμές τους βρίσκονταν συμπαραστάτες τους οι θεοί, τους ενίσχυσε ψυχολογικά και συνετέλεσε στη νίκη τους. Η «θεοφάνεια» αποτελεί κοινό βίωμα για τους Έλληνες.
Γεγονός είναι, πως ο Έλληνας μαχητής, όπως και αν προσφωνούσε τους θεούς του, πάντα επιζητούσε και αναγνώριζε τη βοήθειά τους στη νίκη.
Νίκος Γιαννόπουλος ιστορικός
Πηγή: Η Μηχανή του Χρόνου
Comments